Η σημερινή Ελλάδα είναι θύλακας πραγματικής και κοινωνικής υστέρησης και τεχνολογικού αναλφαβητισμού στη ζώνη του ευρώ. Είμαστε ο φτωχός συγγενής της ΟΝΕ. Είκοσι χρόνια από την ένταξή μας στην τότε ΕΟΚ, είμαστε η πιο φτωχή χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με κατά κεφαλήν εισόδημα στο 66% του μέσου κοινοτικού. Στα δεκαπέντε χρόνια των εισροών διαρθρωτικών πόρων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το βιοτικό επίπεδο του μέσου Έλληνα ακολουθεί πορεία δυναμικής απόκλισης από το μέσο επίπεδο των άλλων τριών χωρών της συνοχής. Απέχουμε σήμερα από αυτές μεγαλύτερη απόσταση απ’ ότι το 1986.
Τα σχετικά στοιχεία που παραθέτει η “Δεύτερη Έκθεση για την Οικονομική και Κοινωνική Συνοχή” την οποία δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 31 Ιανουαρίου είναι καταλυτικά: Η Ήπειρος παραμένει η φτωχότερη περιοχή της Ευρώπης: το εισόδημα των κατοίκων της αγγίζει μόλις το 42% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Άλλες τρεις περιφέρειες- η Κεντρική Μακεδονία, η Στερεά Ελλάδα και η Πελοπόννησος- αντί να συγκλίνουν απέκλιναν, εμφανίζοντας μείωση στο εισόδημά τους στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας. Οι πέντε από τις δέκα περιφέρειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το χαμηλότερο εισόδημα είναι περιφέρειες της χώρας μας.
Ήδη γνωρίζουμε ότι, ύστερα από τρία διαδοχικά πακέτα διαρθρωτικών πόρων και δεκαεπτά χρόνια εκταμιεύσεων, η υστέρηση της χώρας μας σε κρίσιμους τομείς της αναγκαίας φυσικής υποδομής δεν θα έχει καλυφθεί. Ήδη γνωρίζουμε ότι το 2006:
- η χώρα μας δεν θα έχει ολοκληρώσει το βασικό κορμό των αυτοκινητοδρόμων της, τον ΠΑΘΕ και την Εγνατία οδό- αυτήν την πολυδιαφημισμένη στρατηγική παρέμβαση για τη δικτύωση και συνεργασία των τεσσάρων Περιφερειών του βορειοελλαδικού τόξου που έχει εξελιχθεί σε σύγχρονο γεφύρι της Άρτας.
- δεν θα διαθέτει ένα σύγχρονο δίκτυο σιδηροδρόμων μέσης ταχύτητας, τη στιγμή που ο γεωγραφικός πυρήνας της Ευρώπης δικτυώνεται με τα τρένα υψηλής ταχύτητας (TGV).
- η κάλυψη του πληθυσμού της Αθήνας με μετρό θα εξακολουθεί να είναι ανεπαρκής για σύγχρονη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Την ίδια στιγμή, στη Θεσσαλονίκη δεν θα έχει ολοκληρωθεί ούτε η βασική γραμμή του μετρό, η οποία έχει δημοπρατηθεί από το 1992.
Το Γ’ ΚΠΣ αρθρώνεται σε 11 τομεακά και 13 περιφερειακά προγράμματα καθώς και ένα πρόγραμμα τεχνικής βοήθειας. Ορισμένα τομεακά χωρίζονται σε κλαδικά, ενώ υπάρχουν και ορισμένες δράσεις από τις ειδικές “κοινοτικές πρωτοβουλίες” Urban, Leader, Equal, Interreg, κά. Το σύνολο των πόρων του Γ’ ΚΠΣ υπολογίζεται σε 50,1 δις Εuro (περίπου 17,5 τρις δρχ) και ένα μέρος θα προέλθει από “κοινοτικές πηγές” (50%), από την “εθνική δημόσια συμμετοχή” (25%) και το υπόλοιπο κυρίως από “ιδιωτικούς πόρους”. Αν σε αυτά προστεθούν και τα 2 τρις του Β’ Κ.Π.Σ. που η απορρόφηση τους λόγω καθυστερήσεων παρατάθηκε για δύο χρόνια (ως το 2001), το συνολικό ύψος ανέρχεται σε 19,5 τρις.
Το Γ’ ΚΠΣ φιλοδοξεί να καλύψει τις τεράστιες ελλείψεις των εθνικών υποδομών χρηματοδοτώντας κυρίως έργα και παρεμβάσεις διαπεριφερειακής κλίμακας, να λειτουργήσει ως καταλύτης των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών της υστερούσας ελληνικής οικονομίας, να αναπτύξει τους υλικούς και ανθρώπινους πόρους, ιδιαίτερα της περιφέρειας, ώστε να εξισορροπηθούν οι διαπεριφερειακές ανισότητες στη χώρα. Για την ανάπτυξη της περιφέρειας προγραμματίζεται να διατεθούν περίπου 14 τρισεκατομμύρια δραχμές, δηλαδή, περίπου το 80% του συνολικού προϋπολογισμού του Γ’ ΚΠΣ.
Το Γ’ ΚΠΣ είναι η τελευταία μεγάλη ευκαιρία για το συνολικό, δημοκρατικό και προοδευτικό εκσυγχρονισμό της χώρας. Είναι η τελευταία αυτής της κλίμακας συνδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην πραγματική και κοινωνική σύγκλιση της χώρας μας. Εάν και αυτό ακολουθήσει την πεπατημένη των δύο προηγούμενων, τότε θα παγιωθεί η κοινωνική, αναπτυξιακή και ανταγωνιστική μειονεξία της χώρας και των παραγωγικών μονάδων της. Και η Ελλάδα θα παραμείνει ο φτωχός συγγενής της ζώνης του ευρώ.
Γιατί το δίλημμα τίθεται εκ των πραγμάτων: Ή το Γ’ ΚΠΣ θα λειτουργήσει στην πράξη ως ο κρίσιμος πολλαπλασιαστής για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και το άνοιγμα του βηματισμού της προς τη νέα οικονομία ή θα “αξιοποιηθεί” και αυτό ως “Ελντοράντο της διαπλοκής, της αρπαχτής και της προχειρότητας”.
Αλλά η μέχρι τώρα πορεία του προκαλεί εύλογη ανησυχία:
- μόνο στην Ελλάδα- από όλες τις δικαιούχους χώρες- η εφαρμογή του δεν ξεκίνησε το 2000.
- η φιλοσοφία και ο προσανατολισμός του έρχονται από το παρελθόν: χρηματοδοτεί σε σημαντικό βαθμό καθυστερήσεις και υπερβάσεις του προηγούμενου..
- διαμορφώθηκε για μία ακόμη φορά ερήμην του Κοινοβουλίου και των πολιτικών κομμάτων ως θεσμών της δημοκρατίας.
- το διαχειριστικό μοντέλο που επινόησε η κυβέρνηση είναι ακόμη πιο συγκεντρωτικό και πιο αδιαφανές από αυτό που ίσχυσε στο παρελθόν. Οδηγεί σε ακόμη πιο μεγάλη συγκέντρωση εξουσίας στο ΥΠΕΘΟ, ώστε να διασφαλισθεί η αποκλειστικότητα στη διαχείριση των κονδυλίων. Αποτελεί κακέκτυπο του συγκεντρωτικού κράτους που δήθεν επιδιώκει να αναπτύξει την περιφέρεια, ερήμην και εναντίον της.
- παρά την ιδιαίτερη σημασία του, η κατάρτιση και η συνολική θεσμική και λειτουργική προπαρασκευή του Γ’ ΚΠΣ από τη κυβέρνηση αποτελούν υπόδειγμα γενικευμένης ανευθυνότητας και προχειρότητας.
Η προσωρινή διακοπή της χρηματοδότησης του Εθνικού Κτηματολογίου που αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποτελεί την ισχυρότερη απόδειξη της αναξιοπιστίας που περιβάλλει τη διαχείριση Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης από τις ελληνικές κυβερνήσεις. Με το 83% του προϋπολογισμένου ποσού εκτελέσθηκε μόλις το 21% του προϋπολογισμένου έργου. Ένα έργο η έγκαιρη ολοκλήρωση του οποίου θα αποτελούσε προτεραιότητα για οποιαδήποτε κυβέρνηση εννοούσε τον εκσυγχρονισμό ως πολιτική δέσμευση και πράξη και όχι ως πομφόλυγα. Ένα αναντικατάστατο έργο υποδομής είναι τώρα στον αέρα. Στην περιπέτεια αυτού του έργου αποτυπώνεται το στρεβλό ελληνικό μοντέλο αξιοποίησης των κονδυλίων από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η διασπάθιση πόρων με πρόσχημα την ανάπτυξη, αλλά τελικά και στην ουσία εις βάρος της ανάπτυξης:
- αδιαφορία για τους χρόνους και το κόστος εκτέλεσης.
- αμαρτωλή, άτακτη και ανορθολογική διαχείριση.
- πρόοδος έργου αντιστρόφως ανάλογη με την κοινωνική και αναπτυξιακή συμβολή του- τόση όση να αρκεί για εντατική πολιτική και εκλογική αξιοποίηση.
- ανυπαρξία αξιόπιστων ελέγχων.
- απουσία μηχανισμού κυρώσεων.
- έμφαση στην πρόωρη διαφημιστική αξιοποίηση ενός έργου και όχι στην έγκαιρη υλοποίησή του.
Την ευθύνη γι’ αυτήν την εξέλιξη την έχουν όλοι μαζί όσοι διαπραγματεύονται το οικοσύστημα και την ποιότητα ζωής με τα διαπλεκόμενα εργολαβικά και άλλα συμφέροντα.
Την ευθύνη την έχουν όλοι μαζί όσοι θέλουν το Γ’ ΚΠΣ οδοστρωτήρα στο περιβάλλον και μέσο εξυπηρέτησης κυβερνητικών σκοπιμοτήτων, πελατειακών σχέσεων και συμφερόντων.
Την ευθύνη την έχουν όλοι μαζί όσοι θέλουν την ανάπτυξη της Ελλάδας του 21ου αι. στα πρότυπα της δεκαετίας του ’50.
Η δια του αρμοδίου Υπουργού Εθνικής Οικονομίας αναγγελία από την κυβέρνηση μέτρων για τη δήθεν απλούστευση και επιτάχυνση των διαδικασιών υλοποίησης των έργων επιβεβαιώνει δύο πράγματα:
— την ύπαρξη και ισχύ της γραφειοκρατικής διοίκησης, με ευθύνη της κυβερνητικής πολιτικής.
— την πολιτική ευκολία με την οποία- αντί για τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές στη διοίκηση- επιλέγονται παρεκκλίσεις, εξαιρέσεις και διαδικασίες-εξπρές, που αποδυναμώνουν τον έλεγχο και τη διαφάνεια, επιτρέπουν αυθαιρεσίες και δεν πετυχαίνουν ούτε την αξιόπιστη αποτελεσματικότητα την οποία επικαλούνται ως πρόσχημα.
Το πολιτικό συμπέρασμα είναι οδυνηρό:
— παρά τη φλυαρία περί εκσυγχρονισμού, η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να προγραμματίζει και να υλοποιεί στην ώρα τους και με το σωστό τρόπο μεγάλης σημασίας επενδυτικά σχέδια. Αυτό λειτουργεί εις βάρος της επιχειρηματικότητας, της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης.
— ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση δρα δεν εξασφαλίζει τις αναγκαίες συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού, διαφάνειας και ελέγχου. Αυτό λειτουργεί εις βάρος της ορθολογικής αξιοποίησης των πόρων, εις βάρος της συνολικής αποτελεσματικότητας της οικονομίας, εις βάρος της ανάπτυξης και της κοινωνικής ευημερίας.
Η αποτελεσματική αξιοποίηση του Γ’ ΚΠΣ προϋποθέτει τη συνολική, προοδευτική μεταρρύθμιση του κράτους, των θεσμών και των δομών του. Προϋποθέτει ισχυρούς, αυτοδύναμους, δημοκρατικούς και αποτελεσματικούς θεσμούς αυτοδιοίκησης, οι οποίοι θα έχουν το κρίσιμο μέγεθος για να επωφεληθούν από τις οικονομίες της κλίμακας που θα προκύψουν. Προϋποθέτει κράτος φιλικό προς τον πολίτη, με την ενσωμάτωση κριτηρίων και προδιαγραφών ποιότητας στις υπηρεσίες που παρέχει και στο έργο που παράγει.
Στο ίδιο μήκος κύματος με την κεντρική εξουσία κινήθηκαν δυστυχώς και πολλές Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις κι ανάμεσά τους και αυτή του Ν. Σερρών. Παρά τις συνεχείς προτροπές και οχλήσεις από Νομαρχιακούς Συμβούλους της αντιπολίτευσης δεν έγινε καμία οργανωμένη δουλειά και στον Ν. Σερρών.
Ούτε μία σύσκεψη, ούτε μία ημερίδα, κανένα αναπτυξιακό συνέδριο.
Απουσιάζει πλήρως ο χωροταξικός σχεδιασμός και ο καθορισμός των αξόνων ανάπτυξης του Νομού.
Η Νομαρχιακή αυτοδιοίκηση είχε να επιλέξει δύο δρόμους.
Ο πρώτος δρόμος ήταν αυτός της μείζονος προσπάθειας, της σωστής προετοιμασίας (μέσα από συνεχείς συσκέψεις, ημερίδες, τομεακά συνέδρια και τέλος ένα αναπτυξιακό συνέδριο) του καθορισμού των αξόνων ανάπτυξης του Νομού άρα του καθορισμού των αναγκαίων υποδομών και της σωστής ιεράρχησής των. Έτσι θα γνωρίζαμε τις προτεραιότητες στην γεωργία, στον τουρισμό, στην παιδεία, την υγεία, τις μεταφορές, κλπ, τις ανάγκες δηλαδή σε υποδομές αλλά και την βελτίωση της απασχόλησης που είναι το ζητούμενο.
Ο δεύτερος δρόμος ήταν αυτός της ελάσσονος προσπάθειας όπου καταγράφεται κάθε πρόβλημα και αίτημα που εκθέτει η Πρωτοβάθμια Αυτοδιοίκηση προσθέτουμε και εμείς ότι θυμόμαστε ή γνωρίζουμε και όλα μαζί χωρίς αξιολόγηση, χωρίς ιεράρχηση τα στέλνουμε στην Περιφέρεια. Η Περιφέρεια λοιπόν (με λιγότερα δεδομένα) θα δεχθεί τις πιέσεις φίλων Δημάρχων ή παραγόντων για να ενταχθεί το α ή β έργο με συνέπεια, επειδή δεν χωρούν όλα, να κινδυνεύουν να μείνουν έργα πιθανώς πολυτιμότερα ή πιο σημαντικά, στα αζήτητα. Θα δώσουμε λοιπόν το δικαίωμα στην Περιφέρεια να αποφασίζει και για τον Νομό μας, για τα έργα που θα γίνουν όχι με γνώμονα το συνολικό συμφέρον του Νομού αλλά την εκλογική εξυπηρέτηση διαφόρων δημάρχων. Και βέβαια για ότι δεν γίνει στον Νομό θα φταίει η Περιφέρεια αφού εμείς το ζητήσαμε!!!
Δυστυχώς για τον Νομό μας η πλειοψηφία της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης διάλεξε τον δεύτερο, γνωστό της, δρόμο.
Το Γ’ ΚΠΣ είναι πράγματι ο κρίσιμος πολλαπλασιαστής για την ανάπτυξη του Νομού μας στην πρώτη δεκαετία του νέου αιώνα. Είναι ταυτόχρονα η τελευταία ευκαιρία να αναβαθμισθεί η υποδομή του Νομού μας.. Γιατί είναι το τελευταίο με τη μορφή και την έκταση των δύο προηγουμένων. Ωστόσο και στον Ν. Σερρών:
- το περιεχόμενό του έρχεται από το παρελθόν. Όπως και τα δύο προηγούμενα, έτσι και αυτό συγχέει και συνδέει την ανάπτυξη με το τσιμέντο.
- Χρηματοδοτεί σε μεγάλο βαθμό τις υπερβάσεις και τις καθυστερήσεις του προηγούμενου. (π.χ. Ο ΧΥΤΑ στον Ν. Σερρών χάθηκε στο Β’ ΚΠΣ μαζί με τα δις που τον συνόδευαν ενώ τώρα υιοθετούνται πιο δαπανηρές και πολυέξοδες λύσεις)
Το Γ’ ΚΠΣ διαμορφώθηκε χωρίς κανείς να γνωρίζει την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων που χρηματοδότησε το Β’ ΚΠΣ. Γνωρίζουμε μόνον τις υπερβάσεις στο κόστος και τις καθυστερήσεις στο χρόνο. Γνωρίζουμε επίσης από τους σχετικούς ελέγχους της Επιτροπής και την κακή ποιότητα της πλειονότητας των έργων που εκτελούνται. Και γνωρίζουμε ότι η κυβέρνηση αδιαφορεί και υποθάλπει την ασυδοσία και την “αρπαχτή” των εργολάβων. Γιατί μόνον έτσι εξηγείται το γεγονός ότι δεν προχωρεί στη σύνταξη “μαύρης λίστας”, για να αποκλείονται από επόμενους διαγωνισμούς εταιρείες και εργολάβοι που ευθύνονται για κακοτεχνίες και προβλήματα ασφάλειας.
Και αυτό το Πλαίσιο Στήριξης επιβεβαιώνει μια πραγματικότητα που έχουμε όλοι μας διαπιστώσει και στο παρελθόν: ότι, δηλαδή, στη χώρα μας δεν υπάρχει ορθολογικός, αποκεντρωτικός και ολοκληρωμένος αναπτυξιακός σχεδιασμός. Σχεδιασμός ο οποίος να εντάσσει τις ιδιαίτερες ανάγκες και να αναδεικνύει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα Νομού και κάθε Περιφέρειας σ’ ένα συνολικό και συνεκτικό εθνικό σχέδιο ανάπτυξης και δημοκρατικού εκσυγχρονισμού. Υπάρχει απλώς, ως καρικατούρα σχεδιασμού για την ανάπτυξη, μια συρραφή αιτημάτων και κοπτοραπτική παλαιοκομματικής ιδιοτέλειας από την εκάστοτε πολιτική εξουσία κεντρική ή Νομαρχιακή και αυτόν τον εύκολο δρόμο δυστυχώς διάλεξε και η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση του Ν. Σερρών καταγράφοντας μια ατελείωτη λίστα προβλημάτων και έργων χωρίς όλα αυτά να τα συνδέει ένα νήμα, αυτό της ανάπτυξης μέσα από τον σχεδιασμό και την ιεράρχηση..
Δυστυχώς για όλους αυτούς τους λόγους κανείς δεν ξέρει πια θα είναι η όψη του Νομού το 2006 αφού η εικόνα που θα έχουμε μπροστά μας θα είναι πολλά διάσπαρτα ασύνδετα μεταξύ τους έργα και μάλιστα πολλά από αυτά ημιτελή.
Είναι να θλίβεται κανείς και να τρομάζει γιατί ζει σε ένα Νομό πού όλοι τον λένε ευλογημένο και όλοι μαρτυρούν την μεγάλη του καθυστέρηση (αυτό δεν κρύβεται!!!) και την ίδια στιγμή:
Ο Νομάρχης και η πλειοψηφία του κοιτάζονται με αυταρέσκεια στον καθρέπτη και είναι ευτυχισμένοι για το πόσο ωραίοι είναι και πόσο μεγάλο έργο έχουν επιτελέσει (ελέω 54% !!!).
Η Ν.Δ. ικανοποιημένη από τα εκλογικά της ποσοστά καταγγέλλει την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ που τιμωρεί τον Νομό μας επειδή είναι δεξιός!!!!
Το ΠΑΣΟΚ που βλέπει τα χάλια του και καταριέται την κακιά του μοίρα (για κάποιους αυτή είναι μάλιστα ο «ΣΥΝ»!!!.
Όλοι αυτοί και πολλοί άλλοι έχουν πείσει εαυτούς και αλλήλους ότι για την καθυστέρηση του Νομού φταίει το Αεροδρόμιο Δαφνουδίου (το βάφτισαν κιόλας οι καψεροί!!!) που δεν έγινε και έτσι δεν μπορούμε να καλλιεργήσουμε προϊόντα που γρήγορα θα έφευγαν σε άλλες αγορές. (Ας πάνε να δούνε την περιοχή της Ιεράπετρας Κρήτης με 15.000 στρέμματα θερμοκήπια και 3 ώρες απόσταση από το αεροδρόμιο Ηρακλείου πως στέλνει προϊόντα εντός και εκτός της χώρας δίνοντας έτσι ένα από τα υψηλότερα κατά κεφαλή εισοδήματα!!!).
Θλίβομαι και τρομάζω γιατί ελάχιστοι μιλούν για την ανάγκη να εστιαστεί η προσπάθεια, μετά από σοβαρή δουλειά και μελέτη, στην αναδιάρθρωση των καλλιεργειών, μέσα από την αξιοποίηση και του γεωθερμικού πεδίου, με στόχο να καλύψουμε αρχικά τις ανάγκες της δικής μας πρώτα αγοράς που είναι δίπλα μας και εισάγει προϊόντα και υπηρεσίες, να πάμε μετά στην ευρύτερη περιφέρεια μας και τότε αναδεικνύοντας δυνατότητες και ευκαιρίες θα προκύψουν και οι ελλείψεις που χρειάζονται να παλέψουμε. Αυτά για όποιον δεν κοροϊδεύει τον κόσμο πάνε παράλληλα. Δεν ζητάμε την σκεπή πριν φτιάξουμε τα θεμέλια και θεμέλια είναι η διεύρυνση της παραγωγής σε νέα προϊόντα και υπηρεσίες. Όλα τα άλλα είναι εύκολες κουβέντες καφενείου.
Θλίβομαι και τρομάζω γιατί βλέπω να επικρατεί το «δήθεν», η επιφάνεια της αυτάρκειας και όχι το πραγματικό και η αγωνία για δουλειά και εύρεση λύσεων.
Για την κακή μας μοίρα , πρέπει κάποτε να το καταλάβουμε, φταίμε πρώτα και κύρια εμείς. Και για αυτά που φαίνεται να φταίνε οι άλλοι (κεντρική εξουσία, Αθηνοκεντρικό κράτος, κλπ.) πάλι εμείς φταίμε που τους ανεχόμαστε, τους αποδεχόμαστε και τέλος τους υποστηρίζουμε κιόλας..
Θλίβομαι και τρομάζω γιατί και το Γ ΚΠΣ σε κεντρικό αλλά και Νομαρχιακό επίπεδο «σχεδιάζεται» με τον πήχη βαλμένο στο ΜΗΔΕΝ.
Τέλος θλίβομαι και τρομάζω γιατί « φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα, χωρίς εμένα»
Τσιώνης Θεοχάρης
Νομαρχιακός Σύμβουλος