Στο πολυιατρείο μας εκτελούνται τα παρακάτω διαγνωστικά τεστ :
Το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού (Helicobacter pylori) είναι ένα κοινό παθογόνο μικρόβιο, το οποίο αποικεί το στομάχι μεγάλης μερίδας του πληθυσμού και το οποίο ευθύνεται για πληθώρα καλοηθών και, σπανίως και, κακοηθών νοσημάτων του ανώτερου πεπτικού συστήματος. Υπάρχουν αρκετές επεμβατικές και μη επεμβατικές μέθοδοι ανίχνευσης. Αναλόγως του ιστορικού και των συμπτωμάτων σας, ο ιατρός θα σας προτείνει την αρμόζουσα, για την δική σας περίπτωση, μέθοδο διάγνωσης. Μια εξ’ αυτών είναι και το τεστ αναπνοής. Πρόκειται για μια μη επεμβατική και ανώδυνη μέθοδο με σημαντική διαγνωστική ακρίβεια, που χρησιμοποιείται για την ανίχνευση λοίμωξης από το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού (Helicobacter pylori) καθώς και για τον επανέλεγχο μετά από θεραπεία εκρίζωσης που δόθηκε.
Αποτελεί μια ακόμη μη επεμβατική μέθοδο για την πρωτογενή ανίχνευση του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού καθώς και για τον επανέλεγχο μετά από θεραπεία εκρίζωσης. Βασίζεται στην χρήση ειδικών μονοκλωνικών αντισωμάτων και χαρακτηρίζεται από εξίσου σημαντική διαγνωστική ακρίβεια.
Η καλπροτεκτίνη είναι μια πρωτεΐνη, που ανευρίσκεται κυρίως στο κυτταρόπλασμα των ουδετερόφιλων, μιας ομάδας λευκών αιμοσφαιρίων που υπάρχουν σε όλο το σώμα. Η παρουσία της στα κόπρανα, πάνω από κάποια επίπεδα, υποδηλώνει μετανάστευση ενός αξιοσημείωτου αριθμού ουδετερόφιλων στο εντερικό βλεννογόνο, εξαιτίας μιας φλεγμονώδους διεργασίας. Τέτοιες φλεγμονώδεις διεργασίες αποτελούν οι λοιμώδεις γαστρεντερίτιδες, η φαρμακευτικής αιτιολογίας κολίτιδα, η ισχαιμική κολίτιδα, τα ιδιοπαθή φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου (ελκώδης κολίτιδα, νόσος του Crohn), η μικροσκοπική κολίτιδα καθώς και οι καλοήθεις και κακοήθεις πολυποειδείς βλάβες.
Την σημαντικότερη εφαρμογή της, όμως, σήμερα βρίσκει στην έγκαιρη διάγνωση εξάρσεων της ελκώδους κολίτιδας και της νόσου του Crohn και στο διαχωρισμό αυτών από λειτουργικές διαταραχές, όπως είναι το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου.
Η δυσανεξία στη λακτόζη συνεπάγεται αδυναμία διάσπασης και απορρόφησης της λακτόζης, που αποτελεί το κυρίαρχο σάκχαρο του γάλακτος. Αυτή η αδυναμία οφείλεται σε μερική (υπολακτασία) ή ολική (αλακτασία) έλλειψη του ενζύμου της λακτάσης, το οποίο βρίσκεται στον βλεννογόνο του λεπτού εντέρου. Η λειτουργία της λακτάσης έγκειται στην διάσπαση της λακτόζης, που είναι ένα σύνθετο σάκχαρο, σε απλές μορφές και συγκεκριμένα σε γλυκόζη και γαλακτόζη, που απορροφούνται στη συνέχεια από τον βλεννογόνο.
Οι ασθενείς παραπονιούνται συχνά για συμπτώματα, όπως κοιλιακό άλγος η αίσθημα σφυξίματος στην κοιλιά (κράμπες), μετεωρισμός, διάρροια κ.α.
Στο πολυιατρείο μας διενεργείται ειδικό τεστ που ανιχνεύει με μεγάλη διαγνωστική ακρίβεια, την μερική ή ολική δυσανεξία στη λακτόζη μέσω εξέτασης μικρού δείγματος ιστού (βιοψία), που λαμβάνεται από τον βλεννογόνο του δωδεκαδακτύλου κατά την διάρκεια ολιγόλεπτης γαστροσκόπησης.